Ροβοάμ — Βασιλιάς στο βασίλειο του Ιούδα (10ος αι. π.X.). Διαδέχτηκε στον θρόνο τον πατέρα του Σολομώντα αλλά, επειδή αρνήθηκε να απαλλάξει τον λαό από τους δυσβάσταχτους φόρους που ο πατέρας του είχε επιβάλει, για να πραγματοποιήσει τα εξωραϊστικά της… … Dictionary of Greek
Αδωνιράμ — Βιβλικό πρόσωπο, στο οποίο o Δαβίδ, ο Σολομών και ο Ροβοάμ είχαν δώσει την εντολή να εισπράττει τους φόρους. Ήταν επικεφαλής 30.000 αντρών, οι οποίοι έκοβαν και μετέφεραν από τον Λίβανο ξύλα, για τον ναό του Σολομώντα. Λιθοβολήθηκε και σκοτώθηκε… … Dictionary of Greek
Αβία ή Αβιάμ — Βιβλικό πρόσωπο. Βασιλιάς του Ιούδα (957 953 π.Χ.). Ήταν εγγονός του Σολομώντα και γιος του Ροβοάμ, τον οποίο και διαδέχτηκε. Συνέχισε τον πόλεμο που έκανε ο πατέρας του εναντίον του αδελφού του Ιεροβοάμ, βασιλιά του Ισραήλ, και τελικά βγήκε… … Dictionary of Greek
Αδουλάμ — Αρχαία πόλη της Ιουδαίας που ονομάστηκε έτσιαπό τους Εβδομήκοντα. Την κατοικούσαν Ιουδαίοι και κυριεύτηκε από τους Ισραηλίτες. Την οχύρωσε ο βασιλιάς Ροβοάμ. Σε σπήλαιο που βρισκόταν κοντά στην πόλη της Χαναάν κατέφυγε o Δαβίδ για να αποφύγει την … Dictionary of Greek
Εβραίοι — Αρχαίος σημιτικός λαός από τη Χαλδαία, που εγκαταστάθηκε κατά τα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ. στη Γη της Χαναάν. Η ονομασία του οφείλεται, κατά την παράδοση, στον Έβερ, απόγονο του Σημ, γιου του Νώε. Οι Ε. ονομάζονταν επίσης και Ισραηλίτες, όνομα… … Dictionary of Greek
Ιεροβοάμ — Όνομα δύο βασιλιάδων του Ισραήλ. 1. Ι. Α’ (; – 910 π.Χ.). Ιδρυτής και πρώτος βασιλιάς του κράτους του Ισραήλ (930 910 π.Χ.) μετά τον θάνατο του Σολομώντα. Καταγόταν από τη φυλή του Εφραίμ. Ο Ι. υπηρετούσε στον στρατό του Σολομώντα ως ανώτερος… … Dictionary of Greek